Ο φτωχός
πληθυσμός στην Ελλάδα υπερδιπλασιάστηκε, δηλαδή περισσότεροι από 4 στους 10
κατοίκους στην Ελλάδα είχαν διαθέσιμο εισόδημα μικρότερο του αντίστοιχου ορίου
φτώχειας του 2009!
Στο
συμπέρασμα αυτό καταλήγει η νεα ετήσια εκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ που δόθηκε στη
δημοσιότητα. Η εκθεση περιγράφει αναλυτικά την καταστροφή της οικονομίας και τη
φτωχοποίηση της κοινωνίας. Η έκθεση εστιάζει στην αποτυχία της στρατηγικής
οικονομικής προσαρμογής και ειδικά την αστοχία τόνωσης της κατανάλωσης και της
οικονομικής μεγέθυνσης .
Η
έκθεση αναδεικνύει τη δραματική υποβάθμιση του επιπέδου ζωής των ελλήνων
επισημαίνοντας τα εξής:
1.
Η αγοραστική δύναμη του πραγματικού κατώτατου μισθού την περίοδο 2010-2014
μειώθηκε κατά 24,9% και κατά 34,5% για τους νέους κάτω των 25 ετών.
2.
Η θέση της Ελλάδος στην κατάταξη των χωρών που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο
μισθό κατρακύλησε από την έβδομη στη δέκατη θέση (ή στην ενδέκατη μετά την
εισαγωγή του κατώτατου μισθού στη Γερμανία από το 2015). Είναι χαμηλότερος από
τον αντίστοιχο κατώτατο μισθό της Ισπανίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας, σε
αντίστοιχο επίπεδο με τον κατώτατο μισθό της Πολωνίας.
3.
Η μερική απασχόληση έχει κατακλύσει την αγορά σε ποσοστό 70%. Αυτό σημαίνει ότι
δεν υπάρχουν θέσεις πλήρους απασχόλησης η οι εργαζόμενοι δέχονται λόγω της
ανεργίας να αμείβονται με το μισθό της μερικής απασχόλησης παρότι
δουλεύουν 8ωρο.
4.Ο
αριθμός των ανέργων αυξήθηκε από 364 χιλιάδες το τρίτο τρίμηνο του 2008 σε 1,342
εκατ. το πρώτο τρίμηνο του 2014. Το τέταρτο τρίμηνο του 2014, οι άνεργοι
ανέρχονταν σε 1,246 εκατ. Τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας, πάνω από 30%,
καταγράφονται στους εργαζομένους χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, δηλαδή στους
κατόχους απολυτηρίου δημοτικού ή σε όσους δεν έχουν απολυτήριο δημοτικού.
Οι
απόφοιτοι λυκείου θίγονται περισσότερο από την ανεργία (28,6%) συγκριτικά με
τους πτυχιούχους ΑΕΙ/ΤΕΙ (20%) και τους κατόχους μεταπτυχιακών (12,5%)
5.
Το ποσοστό απόλυτης φτώχειας των μισθωτών πλήρους απασχόλησης το 2009 ανερχόταν
στο 7,6%, ενώ το 2012 στο 19,7%. Για τους αυτοαπασχολούμενους πλήρους
απασχόλησης το ποσοστό απόλυτης φτώχειας υπολογιζόταν το 2009 στο 23,5%, ενώ το
2012 είχε αυξηθεί στο 37,4%. Μεταξύ των απασχολουμένων, πιο σημαντική ήταν η
επιδείνωση του αντίστοιχου ποσοστού των εργαζομένων μερι- κής απασχόλησης, για
τους οποίους το ποσοστό απόλυτης φτώχειας από 30,1% το 2009 αυξήθηκε σε 51,7%
το 2012. Το ποσοστό φτώχειας των ανέργων αυξήθηκε από 34,8% το 2009 σε 65,5% το
2012.Αύξηση καταγράφεται στα ποσοστά φτώχειας των συνταξιούχων, από 18,6% σε
31,3%, αλλά και των υπόλοιπων οικονομικά μη ενεργών ατόμων, στους οποίους το
ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε από 27,5% το 2009 σε 54% το 2012.
6.Η
οικονομική κρίση και η εφαρμογή των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής τα
τελευταία πέντε χρόνια έχουν χειροτερέψει δραματικά την κατάσταση της αγοράς
εργασίας στην Ελλάδα. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε από 364 χιλιάδες το τρίτο
τρίμηνο του 2008 σε 1,342 εκατ. το πρώτο τρίμηνο του 2014. Το τέταρτο τρίμηνο
του 2014, οι άνεργοι ανέρχονταν σε 1,246 εκατ.
7.Η
αποκέντρωση του επιπέδου συλλογικής διαπραγμάτευσης από τον κλάδο στην
επιχείρηση, σε συνδυασμό με την αναστολή εφαρμογής της επέκτασης των κλαδικών
και των ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ, επέφερε σημαντικές μειώσεις στις αμοιβές των
εργαζομένων. Οι νέες επιχειρησιακές ΣΣΕ προέβλεπαν στην πλειονότητά τους
δραστική μείωση των αποδοχών της τάξης του 10-40% από τα επίπεδα που καθόριζαν
οι κλαδικές, οι ομοιοεπαγγελματικές ή οι παλαιότερες επιχειρησιακές συμβάσεις.
8.
Οι εργασιακές σχέσεις και το εργατικό δίκαιο βρέθηκαν επίσης στο επίκεντρο των
προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας αμέσως μετά
το ξέσπασμα της κρίσης χρέους. Το εύρος και η ένταση των μέτρων και των ριζικών
αλλαγών που έχουν λάβει χώρα ανατρέπουν και υποβαθμίζουν δραματικά το εργασιακό
πλαίσιο στην Ελλάδα, παρατηρεί το ΙΝΕ ΓΣΕΕ. Οι συντελούμενες αλλαγές
χαρακτηρίζονται από έντονο κρατικό ρυθμιστικό παρεμβατισμό στους εξής κυρίως
άξονες:
-Στην
περαιτέρω ενίσχυση των ευέλικτων μορφών εργασίας σε βάρος της πλήρους και
σταθερής απασχόλησης με ταυτόχρονη ενίσχυση του διευθυντικού δικαιώματος του
εργοδότη.
-Στην
υπονόμευση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αποδόμηση των Συλλογικών
Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) ως θεσμικής διαδικασίας προσδιορισμού των μισθών και
των λοιπών όρων παροχής της εργασίας.
-Στην
ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας βάσει του κύκλου εργασιών της επιχείρησης με
ευρύ φάσμα μονομερούς ρύθμισης από τον εργοδότη.
-Στην
απορρύθμιση της εργατικής προστασίας και στην απελευθέρωση των απολύσεων. (Πηγή)
Κατεβάστε την παρουσίαση της έκθεσης εδώ Πέντε χρόνια μετά την εφαρμογή προγραμμάτων
δημοσιονομικής προσαρμογής και εσωτερικής υποτίμησης η ελληνική οικονομία
συνεχίζει να είναι εγκλωβισμένη στην ύφεση, στη στασιμότητα, στην ανεργία και
στον αποπληθωρισμό. Αβεβαιότητα κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα οικονομικών
αποφάσεων. Οι προκλήσεις για την οικονομία και την κοινωνία είναι μεγάλες και
αυξάνονται μέσα στο μεταβαλλόμενο και ασταθές ευρωπαϊκό και γεωπολιτικό
περιβάλλον. Η άμεση μετάβαση της οικονομίας σε βιώσιμη, σταθερή και διατηρήσιμη
ανάπτυξη με απασχόληση και κοινωνική συνοχή είναι ζωτικής σημασίας για τους
εργαζομένους και τους συνταξιούχους, για την ουσιαστική αντιμετώπιση της
φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού που προκάλεσαν οι πολιτικές της
λιτότητας. Η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και ειδικά στην Ευρωζώνη είναι
επίσης ρευστή και αβέβαιη. Έξι ολόκληρα χρόνια μετά την ύφεση του 2009, που
ακολούθησε το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007 - 2008,
η οικονομία της ΕΕ αναδεικνύεται ο «μεγάλος ασθενής» της παγκόσμιας οικονομίας,
με το ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ το 2014 να υστερεί σημαντικά έναντι των υπόλοιπων
ισχυρών βιομηχανικά χώρων (πλην της Ιαπωνίας). Σχεδόν 12 εκατ. είναι οι άνεργοι
στην ΕΕ-28 για τουλάχιστον ένα ή και περισσότερα χρόνια. Οι νέοι με μεγάλη
δυσκολία βρίσκουν θέση εργασίας. Όλο και περισσότεροι άνεργοι δεν παίρνουν
επίδομα ανεργίας και αναγκάζονται να εργαστούν σε συνθήκες επισφάλειας με
άτυπες σχέσεις εργασίας. Το ποσοστό των πολιτών που ζουν σε συνθήκες στέρησης
και απόλυτης φτώχειας αυξάνεται. Η νέα οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, όπως
διαμορφώθηκε στη διάρκεια της κρίσης, δεν δημιουργεί αισιοδοξία για το μέλλον.
Ιδεολογικές εμμονές έχουν εγκλωβίσει την οικονομική πολιτική στη λογική της
«επεκτατικής» λιτότητας, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της απορρύθμισης της
αγοράς εργασίας και της αποδόμησης του εργατικού δικαίου και του κοινωνικού
κράτους. Η πολιτική επιλογή της συρρίκνωσης του βιοτικού επιπέδου και των
εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων ως μέσου βελτίωσης της
ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής μεγέθυνσης υπονομεύει τα θεμέλια της
Ευρώπης και τις δημοκρατικές αξίες της. Η συνέχιση της ίδιας πολιτικής ύστερα
από πέντε χρόνια καταστροφικής εφαρμογής στις χώρες που χτυπήθηκαν περισσότερο
από την κρίση δηλώνει την πολιτική αποτυχία της ΕΕ να εκμεταλλευτεί την κρίση
χρέους ως ευκαιρία επαναπροσδιορισμού της, τροφοδοτώντας τις πολιτικές δυνάμεις
που αμφισβητούν το μέλλον της. Η κρίση στην Ευρωζώνη δοκιμάζει τη βιωσιμότητα
του εγχειρήματος του κοινού νομίσματος αναδεικνύοντας τις χρόνιες θεσμικές
αδυναμίες της ΕΕ και το μεγάλο έλλειμμα πολιτικής στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή ότι η Ευρώπη δεν έκανε και συνεχίζει να μην κάνει
τα αναγκαία βήματα για την οριστική έξοδό της από την κρίση. Η εκτίμησή μας
είναι ότι το επενδυτικό σχέδιο του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ
Γιούνκερ και το νομισματικό πείραμα της ποσοτικής χαλάρωσης του διοικητή της
ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι θα έχουν περιορισμένα αναπτυξιακά οφέλη και δεν μπορούν να
δημιουργήσουν διατηρήσιμες συνθήκες εξόδου της Ευρωζώνης από τον αποπληθωρισμό
και την ανεργία. Ο επαναπροσδιορισμός της τρέχουσας διαχείρισης της κρίσης στο
επίπεδο της ΕΕ μπορεί να συμβεί μόνο μέσα από μια νέα πολιτική μισθών, την
ισχυροποίηση των εθνικών συστημάτων συλλογικών διαπραγματεύσεων και ένα ισχυρό
επενδυτικό πρόγραμμα που θα μετασχηματίσει τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε
βιώσιμες οικονομίες με απασχόληση και περιβαλλοντική ισορροπία. Αυτό βέβαια
προϋποθέτει την απόλυτη αντιστροφή των νεοφιλελεύθερων «διαρθρωτικών»
μεταρρυθμίσεων. Το όφελος για την ΕΕ θα ήταν πολλαπλό σε οικονομικό, κοινωνικό,
θεσμικό και πολιτικό επίπεδο. Η προβληματική αυτή θεμελίωσε τη διεθνή δράση της
Συνομοσπονδίας με στόχο την προάσπιση των εργασιακών και των κοινωνικών
δικαιωμάτων ενάντια στις μονομερείς νομοθετικές παρεμβάσεις που αποδιάρθρωσαν
τις εργασιακές σχέσεις αποδυναμώνοντας εργαζομένους και συνδικάτα. Με αφετηρία
το κύρος και τη δυναμική της σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, η ΓΣΕΕ
αξιοποίησε αποτελεσματικά κάθε θεσμική και άλλη δυνατότητα για να οικοδομηθεί
ένα ευρύ μέτωπο συμπαράστασης προς την Ελλάδα, αποκαλύπτοντας τις πρωτογενείς
και τις δευτερογενείς συνέπειες της βίαιης διαρθρωτικής προσαρμογής και
προβάλλοντας ένα εναλλακτικό υπόδειγμα πολιτικής. Το στίγμα της προσπάθειας
αυτής δίνουν οι αλλεπάλληλες προσφυγές μας στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ)
και στα αρμόδια όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης, που είχαν ως αποτέλεσμα
καταδικαστικές αποφάσεις για την παραβίαση συνδικαλιστικών ελευθεριών και
μεγάλου αριθμού κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων εργαζομένων, τα οποία
κατοχυρώνουν ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και οι διεθνείς συμβάσεις της ΔΟΕ.
Τα εμπειρικά ευρήματα και τα συμπεράσματα της Έκθεσης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την
ελληνική οικονομία και την απασχόληση του έτους 2015 δείχνουν την αποτυχία της
ασκούμενης οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα και αναδεικνύουν ανησυχητικές
οικονομικές και κοινωνικές τάσεις. Η Έκθεση αξιολογεί τις δημοσιονομικές και
τις μακροοικονομικές εξελίξεις, καθώς και τις συνέπειες του προγράμματος
οικονομικής προσαρμογής στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία το 2014. Η
προοπτική δημιουργίας διατηρήσιμων συνθηκών ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή
εξακολουθεί να αποτελεί αβέβαιη προοπτική και για το 2015. Η πολιτική της
δημοσιονομικής λιτότητας ως μέσου δημοσιονομικής προσαρμογής, αντί να βελτιώσει
τη φερεγγυότητα της οικονομίας, συνέβαλε στην ύφεση και στην εκτόξευση του λόγου
δημόσιο χρέος/ΑΕΠ. Η αγορά εργασίας συνεχίζει να επηρεάζεται αρνητικά από την
ύφεση και την αβεβαιότητα ως προς τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Το
ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, εξέλιξη που
απεικονίζει την κατάρρευση του πραγματικού και του δυνητικού προϊόντος. Η
Έκθεση επίσης καταδεικνύει ότι οι πολιτικές και οι θεσμοί προστασίας της
εργασίας και των εργασιακών δικαιωμάτων δεν συσχετίζονται με τη δραματική
αύξηση της ανεργίας, συνεπώς η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν πρέπει να
είναι μέρος της πολιτικής αντιμετώπισης της ανεργίας. Επιπλέον, η ποιότητα των
θέσεων εργασίας συνεχίζει να χειροτερεύει. Οι άτυπες και μη ηθελημένες μορφές
απασχόλησης αυξάνονται, με σημαντικές αρνητικές συνέπειες στο εισόδημα των
εργαζομένων, στο ανθρώπινο κεφάλαιο της οικονομίας, στην παραγωγικότητα. Τα
εμπειρικά ευρήματα της Έκθεσης δείχνουν επίσης ότι υπάρχει υψηλή συσχέτιση
μεταξύ των επισφαλών θέσεων εργασίας και της φτώχειας, ενώ η μείωση των κατά
κεφαλήν κοινωνικών δαπανών έχει συμβάλει στην περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού
επιπέδου των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Τέλος, οι επίσημες εκτιμήσεις
για το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης το 2015 και το 2016 είναι αρνητικές ως προς
τη δυνατότητα της οικονομίας να εξέλθει από την τρέχουσα κρίση. Δεν υπάρχει
αναπτυξιακή δυναμική, πολύ περισσότερο δεν υπάρχουν διατηρήσιμες συνθήκες
επέκτασης της ζήτησης και της προσφοράς. Υπάρχουν συνεπώς πολλές και σαφείς
ενδείξεις ότι η στρατηγική της οικονομικής προσαρμογής, με κύριους άξονες τη
δημοσιονομική λιτότητα, την εσωτερική υποτίμηση και την απορρύθμιση της αγοράς
εργασίας, έχει αποτύχει σε όλους τους βασικούς στόχους διευρύνοντας το
αναπτυξιακό κενό της ελληνικής οικονομίας από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και
απομακρύνοντάς την από τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Η παρούσα
Έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ προτείνει τον επαναπροσδιορισμό της οικονομικής πολιτικής
σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο στην κατεύθυνση της επαναρρύθμισης της αγοράς
εργασίας, της υλοποίησης επενδυτικών προγραμμάτων σε κλίμακα τέτοια που να
αντισταθμίσουν την υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας, της θεσμοθέτησης
προγραμμάτων εγγυημένης απασχόλησης ως μηχανισμού επανεκκίνησης της οικονομικής
δραστηριότητας και της κατοχύρωσης της κοινωνικής προστασίας και του εργατικού
δίκαιου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου