Χωρίς αμφιβολία, φτάσαμε στο επώδυνο σημείο που βλέπουμε καθαρότερα και υφιστάμεθα, πλέον, ως κοινωνία τις ακόμα μεγαλύτερες συνέπειες, της διαρκούς αναβλητικότητας ενός συστήματος διακυβέρνησης που δεν θέλει να αλλάξει - ούτε καν προς το καλύτερο. Ας αφήσουμε κατά μέρος παραδείγματα όπως εκείνα των κλειστών επαγγελμάτων που δήθεν άνοιξαν, και άλλα από καιρό γνωστά.
Ας αναγνωρίσουμε την θλιβερή εικόνα μας, γιατί μόνο έτσι έχουμε ελπίδα να την βελτιώσουμε. Τουλάχιστον τα δύο τελευταία χρόνια, ενώ πολλά έπρεπε και μπορούσαν να γίνουν για τον εξορθολογισμό του δημοσίου, ώστε αυτό να δουλεύει και φτηνότερα και καλύτερα, απλά το πολιτικό σύστημα, το οποίο βεβαίως έχει ονοματεπώνυμο, δεν θέλησε να τα κάνει. Από πού να αρχίσει κανείς: από τα νέα πειθαρχικά συμβούλια με συνθέσεις που ήταν αδύνατον να σχηματιστούν σε εύλογο χρόνο, με αποτέλεσμα σήμερα να κυνηγάμε ασθμαίνοντας «επίορκους»; Από την εφεδρεία – φιάσκο και τη νέα πατέντα της «κινητικότητας» - συγκεκαλυμένης απόλυσης; Από το γεγονός ότι μέχρι και οι εκάστοτε αρμόδιοι Υπουργοί ντρέπονται να πουν το όνομα της πολιτικής που ακολουθούν, εφευρίσκοντας απίθανα συνώνυμα και υπερβατά σχήματα μόνο και μόνο για να μην εκστομίσουν τη λέξη «απόλυση»;
Όταν και οι ίδιοι είναι διστακτικοί σε έναν πραγματικό εξορθολογισμό, με ρεαλισμό αλλά και δικαιοσύνη, με αναλογική ισότητα και αξιοκρατία, ποιες οι κοινωνικές δυνάμεις που δεν θα βρεθούν απέναντι; Μέχρι και σήμερα επί παραδείγματι, η διαθεσιμότητα δεν διαχωρίζεται από την κινητικότητα των υπαλλήλων. Μπορεί κανείς να εξηγήσει γιατί εάν απαιτείται ένας υπάλληλος από έναν φορέα να μετακινηθεί σε άλλον πρέπει πρώτα να καθίσει σπίτι του κάποιους μήνες;
Ή τί εξυπηρετεί εάν λέμε στους υπαλλήλους που μπαίνουν στην «κινητικότητα», όντας πλέον σε καθεστώς διαθεσιμότητας, ότι έχουν ελπίδα σε ένα έτος να επαναπροσληφθούν ενώ δεν έχουν; Και η δημόσια συζήτηση, τελικά, αναλώνεται σε παρελκυστικά θέματα, που δεν απαντούν στο πραγματικό πρόβλημα της φαυλότητας και αναξιοκρατίας. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να κοροϊδεύουμε τόσο καιρό τους εαυτούς μας και τάχα τους άλλους χωρίς συνέπειες;
Όλα τα παραπάνω μας οδηγούν να πιστέψουμε ότι εν τέλει, στο πίσω μέρος του μυαλού ορισμένων κυριαρχεί η σκέψη «ας γίνει γης μαδιάμ – εγώ να μην είμαι εκεί». Λόγω του πολιτικού κύκλου, όντως, κάποιοι ήδη δεν είναι εκεί και κάποιοι άλλοι δεν θα είναι μελλοντικά. Όμως, λόγω του φυσικού κύκλου, η κοινωνία και η Διοίκηση είναι εκεί. Δρέπει τους καρπούς των ενεργειών των πολιτικών ηγεσιών που μπορούν, πάντως, να υπερηφανεύονται ότι επί των ημερών τους δεν άλλαξε τίποτα.
Κυρίως, δεν φρόντισαν για μια ολοκληρωμένη και ορθολογική διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού στο δημόσιο, η οποία στοχεύει στην αξιοποίηση και ανάπτυξή του, αλλά και στον εντοπισμό των υπαλλήλων εκείνων εγνωσμένης ακαταλληλότητας ή ανικανότητας, αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό οριζόντιες και τυφλές απολύσεις. Βέβαια, όσοι, λίγοι ομολογουμένως, τα έλεγαν αυτά εγκαίρως, ήταν στην καλύτερη περίπτωση «τροϊκανοί», κάτι σαν ορκισμένοι εχθροί των δημοσίων υπαλλήλων, των δημοσίων αγαθών εν γένει και άλλα παρόμοια. Ενδεχομένως, σήμερα, να είναι ευκολότερα αντιληπτό για όλους, ποιες μάχες δώσαμε και πώς, πόσες κερδίσαμε και πόσες πολλές άλλες χάσαμε και, κυρίως, ποιες έχουμε μπροστά μας.
Τα εν εξελίξει γεγονότα με την ΕΡΤ, πέρα από τις όποιες άλλες συνέπειες και τα ζητήματα νομιμοποίησης που εγείρονται, μας δείχνουν τί μπορεί να συμβεί όταν μέχρι και η Task Force στην τελευταία έκθεσή της, μόλις προ δύο μηνών και ευρισκόμενοι ήδη τρία έτη σε καθεστώς μνημονίων, καταλήγει να μας πει ωμά και κατάμουτρα ότι ενεργούμε στη Διοίκηση «μόνο αντιδρώντας κατόπιν εορτής» χωρίς να «προκαταλαμβάνουμε τις εξελίξεις, με βάση συμφωνημένη στρατηγική και σχέδιο δράσης». Πόσα θα είδαν – ή, μάλλον, δεν είδαν – για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα...
Εν τέλει, φτάσαμε στο σημείο του λεγόμενου «ξαφνικού θανάτου». Δικαιολογείται όμως η κατάληξη αυτή από την παραπάνω ανάλυση; Ασφαλώς και όχι! Για τον απλούστατο λόγο ότι το Κράτος δεν είναι σούπερ μάρκετ και δεν διοικείται ως τέτοιο. Είτε πρόκειται για αρμοδιότητες στενού πυρήνα είτε για την παροχή δημόσιων αγαθών, δεν βάζεις και δεν γίνεται να βάλεις λουκέτο στην κρατική σου υπόσταση. Δεν μπορείς να κλείσεις τα δικαστήρια με σκοπό να εξυγιάνεις το δικαστικό σύστημα, ούτε να ανοίξεις τις φυλακές για να βελτιώσεις το σωφρονιστικό σύστημα. Ακολούθως, δεν κηρύσσεις γενική συσκότιση για να αναδιαρθρώσεις τη ΔΕΗ και δεν κλείνεις τα νοσοκομεία για να εξορθολογήσεις το Ε.Σ.Υ.
Μια βασική ιδιομορφία του δημόσιου τομέα, σε σχέση με τον ιδιωτικό, είναι ότι μεταρρυθμίζεται εν λειτουργία, συνεχίζοντας να παρέχει τα αναγκαία για την κοινωνία δημόσια αγαθά. Εξ αυτού του λόγου υπάρχει και η έννοια του change management, άλλως «διαχείριση της αλλαγής». Απαιτεί όμως σχέδιο συμπεφωνημένο τουλάχιστον με κάποιους βασικούς «παίκτες» της οικείας δημόσιας πολιτικής, Ηγεσία και εμπιστοσύνη. Τώρα, πώς την κερδίζουν ή καλύτερα πώς εμπνέουν την εμπιστοσύνη στο πεδίο της διοικητικής μεταρρύθμισης όσοι ως τώρα απλώς παλινωδούν ή /και «ξηλώνουν», παραδίδουν τη Διοίκηση στις συντεχνίες μέσω των αναγκαίων κατά άλλα «περιγραμμάτων θέσεων εργασίας» ή μεριμνούν για την μεταφορά του περίφημου κανόνα 4-2-1 εντός της διοικητικής ιεραρχίας, μένει μάλλον προς απόδειξη...
Του Γιάννη Αλεξάκη
Ο κ. Αλεξάκης είναι π. Πρόεδρος Ένωσης Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης & Αυτοδιοίκησης, υπηρετεί στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων.
Πηγή
Ας αναγνωρίσουμε την θλιβερή εικόνα μας, γιατί μόνο έτσι έχουμε ελπίδα να την βελτιώσουμε. Τουλάχιστον τα δύο τελευταία χρόνια, ενώ πολλά έπρεπε και μπορούσαν να γίνουν για τον εξορθολογισμό του δημοσίου, ώστε αυτό να δουλεύει και φτηνότερα και καλύτερα, απλά το πολιτικό σύστημα, το οποίο βεβαίως έχει ονοματεπώνυμο, δεν θέλησε να τα κάνει. Από πού να αρχίσει κανείς: από τα νέα πειθαρχικά συμβούλια με συνθέσεις που ήταν αδύνατον να σχηματιστούν σε εύλογο χρόνο, με αποτέλεσμα σήμερα να κυνηγάμε ασθμαίνοντας «επίορκους»; Από την εφεδρεία – φιάσκο και τη νέα πατέντα της «κινητικότητας» - συγκεκαλυμένης απόλυσης; Από το γεγονός ότι μέχρι και οι εκάστοτε αρμόδιοι Υπουργοί ντρέπονται να πουν το όνομα της πολιτικής που ακολουθούν, εφευρίσκοντας απίθανα συνώνυμα και υπερβατά σχήματα μόνο και μόνο για να μην εκστομίσουν τη λέξη «απόλυση»;
Όταν και οι ίδιοι είναι διστακτικοί σε έναν πραγματικό εξορθολογισμό, με ρεαλισμό αλλά και δικαιοσύνη, με αναλογική ισότητα και αξιοκρατία, ποιες οι κοινωνικές δυνάμεις που δεν θα βρεθούν απέναντι; Μέχρι και σήμερα επί παραδείγματι, η διαθεσιμότητα δεν διαχωρίζεται από την κινητικότητα των υπαλλήλων. Μπορεί κανείς να εξηγήσει γιατί εάν απαιτείται ένας υπάλληλος από έναν φορέα να μετακινηθεί σε άλλον πρέπει πρώτα να καθίσει σπίτι του κάποιους μήνες;
Ή τί εξυπηρετεί εάν λέμε στους υπαλλήλους που μπαίνουν στην «κινητικότητα», όντας πλέον σε καθεστώς διαθεσιμότητας, ότι έχουν ελπίδα σε ένα έτος να επαναπροσληφθούν ενώ δεν έχουν; Και η δημόσια συζήτηση, τελικά, αναλώνεται σε παρελκυστικά θέματα, που δεν απαντούν στο πραγματικό πρόβλημα της φαυλότητας και αναξιοκρατίας. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να κοροϊδεύουμε τόσο καιρό τους εαυτούς μας και τάχα τους άλλους χωρίς συνέπειες;
Όλα τα παραπάνω μας οδηγούν να πιστέψουμε ότι εν τέλει, στο πίσω μέρος του μυαλού ορισμένων κυριαρχεί η σκέψη «ας γίνει γης μαδιάμ – εγώ να μην είμαι εκεί». Λόγω του πολιτικού κύκλου, όντως, κάποιοι ήδη δεν είναι εκεί και κάποιοι άλλοι δεν θα είναι μελλοντικά. Όμως, λόγω του φυσικού κύκλου, η κοινωνία και η Διοίκηση είναι εκεί. Δρέπει τους καρπούς των ενεργειών των πολιτικών ηγεσιών που μπορούν, πάντως, να υπερηφανεύονται ότι επί των ημερών τους δεν άλλαξε τίποτα.
Κυρίως, δεν φρόντισαν για μια ολοκληρωμένη και ορθολογική διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού στο δημόσιο, η οποία στοχεύει στην αξιοποίηση και ανάπτυξή του, αλλά και στον εντοπισμό των υπαλλήλων εκείνων εγνωσμένης ακαταλληλότητας ή ανικανότητας, αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό οριζόντιες και τυφλές απολύσεις. Βέβαια, όσοι, λίγοι ομολογουμένως, τα έλεγαν αυτά εγκαίρως, ήταν στην καλύτερη περίπτωση «τροϊκανοί», κάτι σαν ορκισμένοι εχθροί των δημοσίων υπαλλήλων, των δημοσίων αγαθών εν γένει και άλλα παρόμοια. Ενδεχομένως, σήμερα, να είναι ευκολότερα αντιληπτό για όλους, ποιες μάχες δώσαμε και πώς, πόσες κερδίσαμε και πόσες πολλές άλλες χάσαμε και, κυρίως, ποιες έχουμε μπροστά μας.
Τα εν εξελίξει γεγονότα με την ΕΡΤ, πέρα από τις όποιες άλλες συνέπειες και τα ζητήματα νομιμοποίησης που εγείρονται, μας δείχνουν τί μπορεί να συμβεί όταν μέχρι και η Task Force στην τελευταία έκθεσή της, μόλις προ δύο μηνών και ευρισκόμενοι ήδη τρία έτη σε καθεστώς μνημονίων, καταλήγει να μας πει ωμά και κατάμουτρα ότι ενεργούμε στη Διοίκηση «μόνο αντιδρώντας κατόπιν εορτής» χωρίς να «προκαταλαμβάνουμε τις εξελίξεις, με βάση συμφωνημένη στρατηγική και σχέδιο δράσης». Πόσα θα είδαν – ή, μάλλον, δεν είδαν – για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα...
Εν τέλει, φτάσαμε στο σημείο του λεγόμενου «ξαφνικού θανάτου». Δικαιολογείται όμως η κατάληξη αυτή από την παραπάνω ανάλυση; Ασφαλώς και όχι! Για τον απλούστατο λόγο ότι το Κράτος δεν είναι σούπερ μάρκετ και δεν διοικείται ως τέτοιο. Είτε πρόκειται για αρμοδιότητες στενού πυρήνα είτε για την παροχή δημόσιων αγαθών, δεν βάζεις και δεν γίνεται να βάλεις λουκέτο στην κρατική σου υπόσταση. Δεν μπορείς να κλείσεις τα δικαστήρια με σκοπό να εξυγιάνεις το δικαστικό σύστημα, ούτε να ανοίξεις τις φυλακές για να βελτιώσεις το σωφρονιστικό σύστημα. Ακολούθως, δεν κηρύσσεις γενική συσκότιση για να αναδιαρθρώσεις τη ΔΕΗ και δεν κλείνεις τα νοσοκομεία για να εξορθολογήσεις το Ε.Σ.Υ.
Μια βασική ιδιομορφία του δημόσιου τομέα, σε σχέση με τον ιδιωτικό, είναι ότι μεταρρυθμίζεται εν λειτουργία, συνεχίζοντας να παρέχει τα αναγκαία για την κοινωνία δημόσια αγαθά. Εξ αυτού του λόγου υπάρχει και η έννοια του change management, άλλως «διαχείριση της αλλαγής». Απαιτεί όμως σχέδιο συμπεφωνημένο τουλάχιστον με κάποιους βασικούς «παίκτες» της οικείας δημόσιας πολιτικής, Ηγεσία και εμπιστοσύνη. Τώρα, πώς την κερδίζουν ή καλύτερα πώς εμπνέουν την εμπιστοσύνη στο πεδίο της διοικητικής μεταρρύθμισης όσοι ως τώρα απλώς παλινωδούν ή /και «ξηλώνουν», παραδίδουν τη Διοίκηση στις συντεχνίες μέσω των αναγκαίων κατά άλλα «περιγραμμάτων θέσεων εργασίας» ή μεριμνούν για την μεταφορά του περίφημου κανόνα 4-2-1 εντός της διοικητικής ιεραρχίας, μένει μάλλον προς απόδειξη...
Του Γιάννη Αλεξάκη
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου