Η υγεία είναι πολιτική επιλογή, τόνισε με έμφαση ο
επικεφαλής του ΠΟΥ στην Ευρώπη κ. ΄Αγης Τσουρός μιλώντας στο 13ο συνέδριο του
Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου Healthworld, στέλνοντας το σαφές μήνυμα ότι
είναι στο χέρι των κυβερνώντων η αξιοπρεπή περίθαλψη και υγεία των Ελλήνων
πολιτών.
«Είναι πολύ σημαντικό να δούμε, κατά πόσο οι
κυβερνήσεις, θα θέσουν στο επίκεντρο της πολιτικής τους την υγεία», τόνισε με
νόημα ο Έλληνας αξιωματούχος στον ΠΟΥ, και διαβάζοντας κάποιος πίσω από τις
λέξεις αυτές, είναι επόμενο να σκεφθεί ότι ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για ισότιμη, δίκαιη και αξιοπρεπή πρόσβαση των
πολιτών στο σύστημα υγείας, αφήνοντας πίσω την λογιστική αντιμετώπιση η
οποία έπληξε τόσο σοβαρά την υγεία των πολιτών στα χρόνια της κρίσης.
Σύμφωνα με την τοποθέτηση του κ. Τσουρού, «το κόστος σε μεγάλο βαθμό έχει μετατοπιστεί
στον ασθενή, ενώ το μέλημα των κυβερνήσεων είναι το κόστος. Από το 1995
περιέκοψαν πολλά κράτη μέλη τις δαπάνες για την υγεία. Ειδικά στην πρωτοβάθμια
φροντίδα. Η πρόληψη επλήγη.
Η βιωσιμότητα συνδέεται με αύξηση δαπανών λόγω αύξησης της ζήτησης. Υπάρχει
γήρανση. Ωστόσο μειώνονται οι πόροι. Απαιτείται μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ για
υγεία» επεσήμανε ο ομιλητής, σημειώνοντας, ότι «τα αειφόρα συστήματα υγείας
απαιτούν πρόληψη καθώς και προγράμματα για την αντιμετώπιση των μη λοιμωδών
νοσημάτων. Η προσέγγιση πρέπει να είναι ολιστική.
Η υγεία είναι
πολιτική επιλογή, ενώ το κύριο θέμα στα βιώσιμα συστήματα είναι το πώς θα μπει ο ασθενής στο κέντρο της συζήτησης.
Τέλος, ο κ. ΄Αγις Τσουρός, αναφέρθηκε στην ανάγκη για
κατάλληλες και πιο προσαρμόσιμες υπηρεσίες για όλους, προσθέτοντας ότι υπάρχει καθολική ανάγκη για κάλυψη του πληθυσμού.
Ο καθηγητής της
ΕΣΔΥ κ. Γ. Κυριόπουλος
Η ανάγκη για κάλυψη του πληθυσμού αποτελεί πράγματι το
μεγάλο ζητούμενο, το οποίο ανέδειξε πολύ εύγλωττα και ο ομότιμος καθηγητής
Οικονομικών της Υγείας στην ΕΣΔΥ (Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας ) κ. Γιάννης Κυριόπουλος, με έρευνα που
παρουσίσε, σύμφωνα με την οποία, μόλις το 17,4% κρίνει θετικές τις πολιτικές
και τις μεταρρυθμίσεις στην υγεία. Ο καθηγητής, επανέλαβε το δραματικό νούμερο
για τους ανασφάλιστους και πολίτες
που δεν μπορούν να εκπληρώσουν τις αασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, το οποίο ανέρχεται σε 3 εκατ.
Σύμφωνα με την έρευνα, 1 στους 2 ασθενείς πάσχει από
χρόνιο νόσημα ενώ 7 στους 10 δηλώνουν υγιείς.
Το μεγάλο ερώτημα που είναι η ΠΦΥ, στην έρευνα οι ερωτηθέντες για το
αν χρησιμοποιούν λιγότερο ή περισσότερο τις υπηρεσίες υγείας στο ΠΕΔΥ, σε σχέση με το ΙΚΑ και τον
ΕΟΠΥΥ, 4 στους 10 αναφέρουν ότι έχει μειωθεί η χρήση των υπηρεσιών, το 47,6%
αναφέρει ότι η χρήση γίνεται με τον ίδιο τρόπο και την ίδια συχνότητα ενώ
ποσοστό 8,5% δηλώνει μεγαλύτερη χρήση των υπηρεσιών του ΠΕΔΥ.
Όσοι μείωσαν την πρόσβασή τους σε μονάδες πρωτοβάθμιας
υγείας το αποδίδουν στη μεγάλη αναμονή για ραντεβού ή στα σοβαρά οικονομικά
ζητήματα που αντιμετωπίζουν.
Το πιο σοβαρό ωστόσο εύρημα, είναι ότι 1 στους 3 χρήστες υγείας, στερήθηκε την
πρόσβαση σε μονάδα υγείας το τελευταίο εξάμηνο, την ώρα που
αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Η κατά κεφαλήν δαπάνη για ΠΦΥ σύμφωνα με την έρευνα,
ανέρχεται στο πρώτο εξάμηνο του 2014, 265,15
ευρώ. Άλλα 103 ευρώ καταβλήθηκαν για φάρμακα κατά κεφαλή, 75 ευρώ για
οδοντιατρικές εργασίες, 62 ευρώ για εργαστηριακές εξετάσεις και 23 ευρώ για
ιατρικές συσκευές -ποσά που καταβλήθηκαν ανεξάρτητα από την κάλυψη του ταμείου
για τον κάθε ασφαλισμένο. Σε ό,τι αφορά το κόστος των εξετάσεων και των
ιατρικών επισκέψεων οι ερωτηθέντες συμφωνούν ότι αυτό έχει αυξηθεί σημαντικά.
Η δημιουργία του
ΕΟΠΥΥ κρίνεται θετική από το 19% του δείγματος, σύμφωνα με την έρευνα, ενώ
το 63,9% δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένο από τις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, πως οι πολίτες δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στον ιδιωτικό τομέα υγείας, αφού στην
αξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε, έλαβε μεγάλο βαθμό, σε αντίθεση το δημόσιο
σύστημα.
Ίσως για τον λόγο αυτόν, οι Έλληνες να στρέφονται στην ιδιωτική ασφάλεια. Ειδικότερα, την
τελευταία διετία ο αριθμός των Ελλήνων που αναζήτησαν καταφύγιο μιας ιδιωτικής
ασφαλιστικής κάλυψης, κυρίως για περίθαλψη, σχεδόν διπλασιάστηκε -από το 23,8%
στο 38,7%.
Σε ποσοστό 86,2% οι ερωτηθέντες διενήργησαν τις
εξετάσεις σε ιδιωτικό διαγνωστικό
κέντρο, με παραπεμπτικό ή πληρώνοντας τοις μετρητοίς, και μόνο το 9,1%
απευθύνθηκε σε εργαστήριο δημόσιου νοσοκομείου. Ποσοστό 11% χρειάστηκε και
νοσηλεία σε νοσοκομείο – το 7,6% πήγε σε δημόσιο και το 3,7% σε ιδιωτικό.
Άλλα ευρήματα της έρευνας που παρουσίασε ο καθηγητής
Κυριόπουλος είναι:
- Οι Έλληνες αξιολογούν ως πολύ καλή την υγεία τους:
το 72,9% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζουν «πολύ καλή» και «καλή» την υγεία τους.
Το αντίστοιχο ποσοστό των Ελλήνων το 2012, έτος κατά το οποίο διεξήχθη η ίδια
έρευνα, ήταν 76%.
- Σχεδόν ένας στους δύο Έλληνες πάσχει από κάποιο
χρόνιο πρόβλημα υγείας (ποσοστό 50,2%, με το αντίστοιχο ποσοστό των χρονίως
πασχόντων πριν από δύο έτη να είναι 47,9%). Η πλειοψηφία των χρονίων ασθενών
δηλώνει ότι δεν έχει δυσκολευτεί εξαιτίας της ασθένειας στο διάστημα των
τελευταίων έξι μηνών (76,7%), αλλά υπάρχει και ποσοστό 7% που βρίσκεται στον
αντίποδα, δηλώνοντας ότι έχει αλλάξει ακόμη και καθημερινές συνήθειες εξαιτίας
της πάθησής του.
- Το 93,7% των χρονίως πασχόντων έχει ασφαλιστική
κάλυψη. Από το ποσοστό του 5, 9% των ασθενών που δεν έχουν ασφάλιση, η
πλειοψηφία εξηγεί ότι αυτό συμβαίνει λόγω ανεργίας ή επειδή έχουν χάσει την
ασφαλιστική τους ικανότητα.
- Σημαντικό ποσοστό που φτάνει στο 38,7% του δείγματος
έχει ιδιωτική ασφάλιση, πλήρη ή με μερικές παροχές. Το 60,8% αρκείται στην
κάλυψη των δημόσιων ασφαλιστικών φορέων.
Ωστόσο, το 2012 το ποσοστό των Ελλήνων που διέθετε
πλήρη ή μερική ιδιωτική ασφάλεια έφτανε μόλις το 23,8% -στοιχείο που δείχνει
ότι η δημιουργία του ΕΟΠΥΥ κάθε άλλο παρά ενίσχυσε το αίσθημα ασφάλειας του
πληθυσμού πριν από μια διετία και αντιθέτως έστρεψε... μαζικά τους Έλληνες στις
ιδιωτικές ασφάλειες.
Μείωση κατά 40% των
δαπανών υγείας
από τα Ελληνικά νοικοκυριά τα τελευταία 4 χρόνια
από τα Ελληνικά νοικοκυριά τα τελευταία 4 χρόνια
Παράδοξο φαινόμενο με απλή όμως εξήγηση, οι δαπάνες
υγείας των Ελλήνων. Αν και έχει μειωθεί η κατά κεφαλήν δαπάνη για την
υγεία, οι Έλληνες εξακολουθούν να πληρώνουν από τη τσέπη τους τα περισσότερα
χρήματα από τους περισσότερους Ευρωπαίους. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι
ιδιωτικές δαπάνες υγείας των Ελλήνων μειώθηκαν κατά 40% από το 2008 έως το
2012.
Το 2008, κάθε Έλληνας ξόδευε 863 ευρώ ετησίως για την
υγεία του και το 2012 το ποσό αυτό μειώθηκε στα 518 ευρώ το χρόνο.
Τη στιγμή λοιπόν που η κατά κεφαλήν δαπάνη μειώθηκε,
δε συνέβη το ίδιο με τη συμμετοχή στα φάρμακα (αύξηση 25-30%) ή στις
διαγνωστικές εξετάσεις, ενώ η οδοντιατρική περίθαλψη δεν καλύπτεται για τους
περισσότερους Έλληνες που είναι ασφαλισμένοι στον ΕΟΠΥΥ.
Ωστόσο, οι Έλληνες δαπανούν και πάλι περισσότερα από
τους υπόλοιπους Ευρωπαίους,
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ , ένας Γερμανός
πολίτης δαπανά περίπου 475 ευρώ για την υγεία του το χρόνο, ενώ το αντίστοιχο
ποσό στη Γαλλία είναι 242 ευρώ!
Αυτό όμως δε σημαίνει ότι οι Έλληνες έχουν καλύτερες
υπηρεσίες, σημαίνει ότι έχουν χειρότερο ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο δεν
καλύπτει όσα καλύπτουν τα ασφαλιστικά συστήματα άλλων ευρωπαικών χωρών.
Όταν η δημόσια δαπάνη υγείας στην Ελλάδα είναι 67,1%
και το υπόλοιπο 32,9% καλύπτεται από την τσέπη των Ελλήνων, το ποσοστό δημόσιας
δαπάνης υγείας στην Ιταλία είναι 78%, στη Γαλλία 77,4%, στη Γερμανία 76,7% και
στην Ισπανία 73%.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου